Σύνδεση μεταξύ Παλαιάς και Νέας Κατάστασης σε επιφάνειες σκυροδέματος με συστήματα τύπου beton-contact

Το άρθρο αυτό αφορά σημαντικές πληροφορίες για την σύνδεση διαφορετικών στρώσεων επιφανειών/πλακών σκυροδέματος με προϊόντα σύνδεσης, κατάλληλα για την ενίσχυση της πρόσφυσης. Τα προϊόντα αυτά λειτουργούν ως συγκολλητικά μέσα που εφαρμόζονται για να εξασφαλίσει κανείς ποιοτικά χαρακτηριστικά όσο αφορά τη δύναμη προσαρμογής ενώ προσδίδουν υψηλή συνάφεια ανάμεσα στη προγενέστερη και στη νεότερη κατάσταση κατά την προσάρτηση των νέων στρώσεων.

Τέτοιες εφαρμογές είναι για παράδειγμα η σύνδεση μεταξύ παλαιού και νέου σκυροδέματος, γαρμπιλοδέματος κλπ. (νωπή στρώση σε ξηρό υπόστρωμα), η εφαρμογή εξομαλυντικών στρώσεων (νωπό σε ξηρό), τσιμεντοκονιών διευθέτησης δαπέδων, όπως επίσης και σε περιπτώσεις όπου απαιτείται σύνδεση κατά τη φάση ανάπτυξης των διαφορετικών σταδίων σκυροδέτησης (νωπό σχετικά με νωπό) κ.α. 

Στην κατηγορία αυτή, βρίσκει συνήθως κανείς στις Εταιρείες Χημικών Δομικών Προϊόντων, 2-συστατικών συγκολλητικά μέσα, για προσαρμογή και συγκόλληση σε κατασκευές οπλ. σκυροδέματος. Συστήματα τα οποία ως επί τω πλείστον βασίζονται στις εποξειδικές ρητίνες που, μετά την ανάμιξη των 2-συστατικών τους (ρητίνη + σκληρυντής), προσφέρουν συγκεκριμένο (βραχύ) χρόνο ενέργειας. Συγκεκριμένα, μετά την ανάμιξη κι εντός του χρόνου αυτού που δεν υπερβαίνει συνήθως τις 2–2½ ώρες (ενδεικτικά στους +25 oC) πρέπει πρωτίστως, να εφαρμόσει το προϊόν στο υπόστρωμα κι ακολούθως, να σκυροδετήσει επί του νωπού υμένα, όσο διάστημα παραμένει ενεργός ο χημικός δεσμός και διατηρείται “ανοικτός” ο χρόνος ενέργειας της συγκολλητικής ρητίνης.  Σε περίπτωση αντιμετώπισης μετώπου ανάπτυξης εκτεταμένων επιφανειών, αν σημαντικό μέρος του ανοικτού χρόνου ενέργειας αναλωθεί για την εφαρμογή τότε, τα περιθώρια σαφώς είναι αρκετά στενά, οπότε η εφαρμογή, για να είναι κάπως ελεγχόμενη, πρέπει σαφώς να περιορίζεται σε μικρές επιφάνειες, με ανάπτυξη σε επιμέρους (ελεγχόμενες) ζώνες. 

Συνδετικά μέσα κατάλληλα για συνδέσεις μεταξύ παλαιών και νέων στρώσεων, για συναρμογές μεταξύ διαφορετικών χρονικά φάσεων σκυροδέτησης, ακόμα και προσαρμογές νέων επιστρώσεων σε νοτισμένο υπόστρωμα όμως, σε κάθε περίπτωση, χωρίς λιμνάζοντα νερά. Σχεδιασμένα περί της προσθήκης Σκυροδέματος ή Κονιάματος και λειτουργίας συστημάτων ως συνδετικά μέσα για εξασφάλιση υψηλής δύναμης πρόσφυσης και τάσης συνάφειας.
Στην γκάμα της SINTECNO SA, στα συστήματα αυτού του τύπου, συγκαταλέγονται τα προϊόντα εποξειδικής βάσης Sinpast J/ASinmast S2 και Sinmast S2L, λύσεις που προσφέρουν υψηλή δύναμη συγκόλλησης και έχουν χρησιμοποιηθεί και χρησιμοποιούνται κατά κόρον σε διάφορα επώνυμα έργα, υψηλής και μέσης σπουδαιότητας, όπως και σε αναρίθμητα μικρότερα κτιριακά, Ιδιωτικού ή Δημόσιου χαρακτήρα.

Στην ίδια αυτή ενότητα, ως λύση πρωτοποριακή ανήκει και το προϊόν LAB/ Liquid Adhesive Bond, το οποίο όμως διαφοροποιείται σημαντικά ως προς τον τρόπο λειτουργίας και χρήσης του. Είναι γνωστό βέβαια ότι, η καινοτομία ενός προϊόντος μπορεί να αναφέρεται μεταξύ των άλλων:

  • στην ευελιξία και στην απλότητά του από πλευράς ευκολίας χρήσης, σε σχέση με την πολυπλοκότητα άλλων συστημάτων, πολυσύνθετων,
  • στην Τεχνολογία στην οποία βασίζεται η χημική του σύνθεση,
  • στον τρόπο δράσης του,
  • στις επιδόσεις και στη βελτιωμένη ίσως συμπεριφορά που προσφέρει και φυσικά,
  • στο κατά πόσο το προϊόν αυτό είναι φιλικό στον Χρήστη και στο Περιβάλλον.

Τι ακριβώς κάνει, με ποιο τρόπο λειτουργεί;​

​Το LAB ή αλλιώς (L)iquid (A)dhesive (B)ond είναι ένα ειδικής σύνθεσης, έτοιμο προς χρήση συνδετικό μέσο, υγρής μορφής, με βάση τις συνθετικές ρητίνες όμως, πρόκειται για προϊόν 1-συστατικού οπότε, δεν απαιτεί ανάμιξη. Αποτελεί λύση ιδανική για συνδέσεις στη φιλοσοφία νωπή στρώση επάνω σε ξηρό, υφιστάμενο υπόστρωμα. Διαμορφώνει εξίσου μεμβράνη (υμένα), υψηλής δομής που χρησιμοποιείται για τη σύνδεση και προσαρμογή νέων επιστρώσεων, τσιμεντοειδούς βάσης και γενικά στρώσεων υδραυλικής ωρίμανσης, πάνω σε υφιστάμενες επιφάνειες, δομικά σταθερές, προσοχή ξηρές και καθαρές, ελεύθερες από σκόνη (σημαντικό–σημαντικότατο, ώστε να εξασφαλίζεται έτσι υψηλή τάση συνάφειας και ποιοτική δύναμη συγκόλλησης). Το φιλμ που διαμορφώνεται μετά την εφαρμογή το προϊόντος, λειτουργεί ως binder, δηλαδή ως συνδετικό μέσο με δυνατότητα ενεργού μηχανισμού επαναγαλακτωματοποίησης. Όταν η νέα στρώση σκυροδέματος, γαρμπιλοδέματος, τσιμεντοκονίας, κονιάματος, επιχρίσματος – σοβά, ή άλλου υλικού, τσιμεντοειδούς βάσης εφαρμοστεί πάνω στη μεμβράνη που έχει σχηματίσει το προϊόν, ο υμένας επαν-υγραίνεται και αναπτύσσει μηχανισμούς που εξασφαλίζουν ισχυρή δύναμη πρόσφυσης και υψηλό χημικό δεσμό συγκόλλησης μεταξύ της νέας, της νωπής δηλαδή στρώσης που εφαρμόζεται επάνω στην παλαιά, υφιστάμενη επιφάνεια. Ο δεσμός ολοκληρώνεται κατά την ωρίμανση της νέας στρώσης εφαρμογής. Το προϊόν έχει χαρακτηριστική, ανοικτή, γαλάζια απόχρωση για να είναι εύκολος ο προσδιορισμός της περιοχής κάλυψης στην οποία έχει εφαρμοσθεί το προϊόν. 

Η ιδιαιτερότητά του;

Από πλευράς συμπεριφοράς, συγκριτικά με τα συστήματα εποξειδικής βάσης, αποτελεί συνδετικό μέσο με παρατεταμένο χρόνο ενέργειας.  Μία μόνο λεπτομέρεια.  Μετά τη διάστρωση του συνδετικού μέσου συγκόλλησης, ο ελάχιστος απαιτούμενος χρόνος αναμονής πριν την σκυροδέτηση είναι 60’ λεπτά. Τώρα ως προς τον μέγιστο δυνατό χρόνο αναμονής, υπό προϋποθέσεις και σε ιδανικές συνθήκες εφαρμογής, μπορεί να φτάσει ακόμα και τις (10) ημέρες (π.χ. σε εσωτερικούς χώρους χωρίς έντονη υγροποίηση).  Εφαρμόζεται για την σύνδεση νέου σκυροδέματος, γαρμπιλοδέματος, τσιμεντοκονίας, επιχρίσματος – σοβά, κονιάματος ή άλλων υλικών, τσιμεντοειδούς βάσης ή ακόμα-ακόμα και γύψου, πάνω σε υπάρχουσες επιφάνειες όπως: σκυρόδεμα, τουβλοδομές, τσιμεντόπλινθους, πέτρα, κεραμικά πλακίδια με απορροφητικότητα, γύψο, γυψοσανίδα, μπαγδατί ξυλεία, σκληρές πλάκες και ξύλο.

Η λεπτομέρεια που το ξεχωρίζει.

Αποτελεί λύση ιδανική για περιπτώσεις εφαρμογής Ενίσχυσης δομικών μελών και φερόντων στοιχείων κατασκευών  οπλ. σκυροδέματος με την Τεχνική του έγχυτου μανδύα σκυροδέματος.  Αυτό διότι, λαμβάνοντας υπ’ όψη ότι, στην εφαρμογή αυτή από έξω προς τα μέσα θα πρέπει να εφαρμοστεί μονόπλευρο καλούπι με τα “κλειδιά του”, να έχει προηγηθεί η νέα εσχάρα οπλισμού του έγχυτου μανδύα καθώς επίσης και οι διατμητικοί σύνδεσμοι (αγκύρια – βλήτρα) στερέωσης της επάνω στις προς ενίσχυση υφιστάμενες επιφάνειες σκυροδέματος, όλα αυτά αφορούν εργασίες που απαιτούν και δεσμεύουν αρκετό χρόνο!! Οπότε, η δυνατότητα εφαρμογής συγκολλητικού μέσου, ρητίνης εποξειδικής βάσης, λόγω περιορισμένου χρόνου και του μικρού διαθέσιμου ανοικτού χρόνου ενέργειας που συνήθως συστήματα αυτού του τύπου προσφέρουν, δεν είναι λειτουργική, ίσως και παρακινδυνευμένη μιας και αφού αναμένεται να «τραβήξουν» πολύ σύντομα, πριν καν προλάβει κανείς να τοποθετήσει το καλούπι, πόσο μάλλον να σκυροδετήσει!!  To LAB στην περίπτωση αυτή, λόγω του ανοικτού χρόνου ενέργειας που προσφέρει αποτελεί ίσως την πιο ιδανική λύση!! Μιας και αφού, εξασφαλίζει στον εφαρμοστή τον απαιτούμενο χρόνο που του χρειάζεται να δουλέψει, να κλείσει το καλούπι και να σκυροδετήσει, χωρίς να τον “τρέχει”.

Αλήθεια, με την ευκαιρία, ποια η σωστή εφαρμογή των ενισχυτικών πρόσφυσης και συγκολλητικών μέσων τύπου beton-contact;

Σε γενικές γραμμές, για εφαρμογή και κάλυψη εκτεταμένων επιφανειών, στην περίπτωση του LAB/ Liquid Adhesive Bond όπως όμως ισχύει άλλωστε και στα κλασικά συνδετικά μέσα ενίσχυσης της πρόσφυσης, συγκολλητικά εποξειδικής βάσης, ως επί τω πλείστον, πρέπει να είναι συστήματα ρευστής μορφής, έτσι ώστε να διαμορφώνουν ενιαίου πάχους «λεπτό-τοιχο» φιλμ (υμένα) και να εφαρμόζονται συνήθως μέσω επάλειψης ή μέσω ψεκασμού, επί της επιφάνειας αναφοράς (όπως η περίπτωση του τρίτου κατά σειρά σχήματος παρακάτω που αποτυπώνει ορθή εφαρμογή).

Από πλευράς εφαρμογής, τα συγκολλητικά μέσα που λειτουργούν ως ενισχυτικά πρόσφυσης, πρέπει κανονικά να αναπτύσσονται, να απλώνονται δηλαδή, με τις τεχνικές που αναφέρθηκαν ανωτέρω ειδάλλως, βάσει συνθηκών, ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες όποιας εφαρμογής, με όποιο άλλο δόκιμο κι ενδεδειγμένο τρόπο επιλεγεί, φρονώντας πάντοτε να αφήνει κάποιος στην επιφάνεια τόση ποσότητα υλικού ώστε να είναι επαρκές το στρώμα, για να λειτουργήσει ως μέσο συγκόλλησης μεταξύ παλαιότερης και νεότερης κατάστασης, διατηρώντας την αδρότητα του υποστρώματος, διασφαλίζοντας αυξημένες τριβές, αποφεύγοντας τοπικά, τις έντονες συγκεντρώσεις υλικού σε ανομοιόμορφα πάχη ανάπτυξης (όπως η περίπτωση του ενδιάμεσου σχήματος παρακάτω που αποτυπώνει εσφαλμένη χρήση εφαρμογής).

Ως γνωστό, σε καμία περίπτωση, όποιας μορφής αστάρι δεν πρέπει να λιμνάσει, έτσι ώστε να μη δημιουργούνται έντονες διαφοροποιήσεις ως προς τη διαφορετικότητα του συντελεστή θερμικής διαστολής των υλικών (υπόστρωμα – επιφάνεια αναφοράς/ συνδετικό μέσο/ επίθεμα – επικάλυψη) από πλευράς ακαμψίας. Σε υπόστρωμα με επιζητούμενο τον βαθμό αυξημένης πρόσφυσης, άρα αδρότητας (με σχετικό βαθμό αντίστασης RT), για την εξασφάλιση αυξημένων τριβών, απλώνεται το συνδετικό μέσο με τέτοιο τρόπο ώστε να αποφεύγεται όποια αδόκιμη κι εσφαλμένη χρήση, που θα κατέληγε τελικά στο να συμπληρώνει κανείς τα κενά στο υπόστρωμα, μεταξύ «κορφιάδων και κοιλάδων/ μαχιάδων».